Afrikaans
Arabic
Basque
Bengali
Bulgarian
Catalan
Chinese Traditional
Czech
Danish
Dutch
English
Filipino
Finnish
French
Galician
German
Greek
Gujarati
Hebrew
Hindi
Hungarian
Icelandic
Indonesian
Italian
Japanese
Kannada
Korean
Latvian
Lithuanian
Malay
Malayalam
Marathi
Norwegian
Polish
Portuguese
Punjabi
Romanian
Russian
Serbian
Slovak
Spanish
Swedish
Tamil
Telugu
Thai
Turkish
Ukrainian
Vietnamese
Home
About
Contact Us
Home
>
How to Pronounce Greek Words
>
Page 10
Browse Greek Words in our Pronunciation Dictionary. Page 10
αντισυλληπτικό χάπι
αντισυλληπτικός
αντισύλληψη
αντισυνταγματάρχης
αντίσωμα
αντιτείνω
αντιτείχισμα
αντιτενόρος
αντιτιθέμενος
αντιτοξίνη
αντιτορπιλικό
αντίφαση
αντιφατικός
αντίχειρας
αντλία
αντλώ
αντλω ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
αντοχή
άντρες
αντρογύναικα
αντωνυμία
ανυπακοή
ανύπαρκτο
ανύπαρκτος
ανυπαρξία
ανυπεράσπιστος
ανυπέρβλητος
ανυπόληπτος
ανυποληψία
ανυπολόγιστος
ανυπόμονα
ανυπομονησία
ανυπόμονος
Ανυπομονώ
Ανυπομονώ για αυτό
Ανυπομονώ να ακούσω από εσάς
Ανυπομονώ να σας δω
Ανυπομονώ να σε δω
ανυπότακτος
ανυποταξία
ανυπόφορος
ανυποφορώς
ανυψωμένος δρόμος
ανυψώνω
ανύψωση
ανυψωτήρ
ανυψωτήρας
ανυψωτικό
Ανω ΚΑΤΩ
άνω κάτω
άνω κάτω τελεία
άνω μέρος
Ανω πόλη
άνω τελεία
άνω του μέσω όρου
ανώδυνος
ανώμαλα
ανωμαλία
ανώμαλο ρήμα
ανώμαλος
ανωνυμία
Ανώνυμος
ανώριμος
ανώτατη διοίκηση
ανώτατο όριο
ανώτατο όριο μισθού
ανώτατος
ανώτερα διοικητικά στελέχη
ανώτερη εκπαίδευση
ανώτερο δικαστήριο
ανώτερος
ανώτερος αξιωματικός του ναυτικού
αξεσουάρ
άξεστο άτομο
άξεστος
αξέχαστος
αξία
άξια
αξιαγάπητος
αξιέπαινος
Αξιζε τον κόπο
Αξίζει μια περιουσία
Αξίζει να το δοκιμάσετε
αξίζει πολλά χρήματα
αξίζω
αξίνα
αξιοθέατα
αξιοθεατο
αξιοθρήνητα
αξιοθρήνητος
αξιοκαταφρόνητα
αξιόλογα στοιχεία
αξιολόγηση από ομοτίμους
αξιολογώ
αξιολύπητο
αξιομνημόνευτος
αξιόπιστα στοιχεία
Αξιόπιστες πληροφορίες
αξιόπιστη πηγή
αξιοπιστία
αξιόπιστος
αξιοπίστως
αξιοποιήσει τις δυνατότητες
αξιοποιήστε πλήρως
αξιοποιώ
αξιοπρέπεια
αξιοπρεπής
αξιοπρόσεχτος
άξιος
αξιοσέβαστος
αξιοσημείωτη αύξηση
αξιοσημείωτος
αξιότιμος
αξιώ
αξίωμα
αξιωματικός
αξιωματικός στρατού
αξιωματούχος
αξίωση
άξονας
άξονας περιστροφής
αξύριστος
άοπλος
αόρατο
αόρατος
Αόριστα
αόριστο άρθρο
αόριστος
αόρτη
άοσμος
απαγγελία
απαγκιστρώνω
απαγορεύεται
Απαγορεύεται αυστηρά
Απαγορεύεται το κάπνισμα
απαγορευμένη περιοχή
απαγορευμένο
απαγορευμένος
απαγόρευση
απαγόρευση κυκλοφορίας
απαγόρευση της κυκλοφορίας
απαγορεύω
απαγορεύω την δημοσίευση είδησης
απάγω
απαγωγέας
απαγωγή
απάθεια
απαθής
απαίσια
απαισιοδοξία
απαισιόδοξος
απαίσιος
απαιτείται
απαίτηση
απαιτητής
απαιτητική
απαιτούμενο
απαιτώ
απακατάσταση
απαλά
απαλλαγή
απαλλάσσω
απαλλοτριώ
απαλότητα
απανθρακωμένο
απανθρακώνω
απάνθρωπη μεταχείριση
απανθρωπία
απανθρωποποιήσουν
απάνθρωπος
απάντησε μία ερώτηση
απάντησε την πόρτα
απαντήσει στο τηλέφωνο
απάντηση
απαντήστε σε ένα γράμμα
Απαντήστε σε μια διαφήμιση
Απαντήστε σε μια προσευχή
απαντώ
απαξία
απαξιωμένος
απαξίωση
Απαράδεκτος
απαραίτητα μέσα
απαραίτητες αλλαγές
απαραίτητες πληροφορίες
απαραίτητη
απαραίτητος
απαράμιλλος
απαρατήρητος
απαρέμφατο
απαρηγόρητος
απαριθμώ
απαρνιέμαι
απαρτίζεται
απαρτίζω
απαρχαιωμένος
απαρχαίωση
απασχολημένος
απασχόληση
απασχολούνται
previous
6
7
8
9
10
11
12
13
14
next