Afrikaans
Arabic
Basque
Bengali
Bulgarian
Catalan
Chinese Traditional
Czech
Danish
Dutch
English
Filipino
Finnish
French
Galician
German
Greek
Gujarati
Hebrew
Hindi
Hungarian
Icelandic
Indonesian
Italian
Japanese
Kannada
Korean
Latvian
Lithuanian
Malay
Malayalam
Marathi
Norwegian
Polish
Portuguese
Punjabi
Romanian
Russian
Serbian
Slovak
Spanish
Swedish
Tamil
Telugu
Thai
Turkish
Ukrainian
Vietnamese
Home
About
Contact Us
Home
>
How to Pronounce Greek Words
>
Page 7
Browse Greek Words in our Pronunciation Dictionary. Page 7
Αναλυτικό εργαλείο
αναλυτικός
αναλύω
αναλφαβητισμός
αναλώνω
αναλώσιμα
αναμαλλιάζω
αναμαλλιασμένος
αναμάσημα μηρυκαστικού
αναμασώ
αναμειγνύω με χλώριο
ανάμεικτα συναισθήματα
ανάμεικτο
αναμενόμενος
αναμένω
αναμετάδοση
αναμεταξύ
Αναμέτρηση
αναμικτής
ανάμιξη
αναμμένος
αναμνήσεις
ανάμνηση
αναμνηστικά
αναμονή
αναμόρφωση
αναμορφωτήριο
αναμορφωτής
αναμφίβολα
αναμφίβολος
αναμφιβολώς
αναμφισβήτητα
αναμφισβήτητος
ανανάς
ανανεωμένο
ανανεώνω
ανανέωση
ανανεώσιμη ενέργεια
ανανεώσιμος
αναντικατάστατος
αναξιόπιστος
αναξιοποίητο
αναξιοπρεπής
ανάξιος
αναπαλλοτρίωτος
αναπαράγω
αναπαραγωγή
αναπαραγωγή σε πανομοιότυπο
αναπαράσταση
Αναπαύσου εν ειρήνη
αναπαυτικά
αναπαυτικός
αναπηδήσει
αναπήδηση
αναπηρία
ΑΝΑΠΗΡΙΚΟ ΚΑΡΟΤΣΑΚΙ
ανάπηρο άτομο
ανάπλαση
αναπληρώ
αναπληρωτής
αναπληρωτής καθηγητής
αναπνεύστε αέρα
αναπνευστήρας
αναπνευστικός
αναπνέω
αναπνοή
αναπόδεικτος
αναποδιά
αναποδογυρίζω
αναποδογύρισε
αναποδογυρισμένο σκάφος
αναπολώ
αναπολών
αναπόσπαστο
αναπόσπαστο μέρος
αναποφάσιστο
αναποφάσιστος
αναπόφευκτα
αναπόφευκτο
αναπόφευκτος
αναπροσαρμογή
αναπτηγμένος
αναπτήρας
αναπτυγμένος
ανάπτυξη
ανάπτυξη του παιδιού
αναπτυξιακή
Αναπτυξιακή διαδικασία
Αναπτυξιακό στάδιο
αναπτύξουν μια θεωρία
αναπτύξουν μια ικανότητα
αναπτύξουν μια μέθοδο
αναπτύξουν μια προσέγγιση
αναπτύξουν στρατηγική
αναπτυσσόμενη
αναπτυσσόμενος κόσμος
αναπτύσσω
ανάπτω
άναρθρος
ανάρμοστος
αναρρίπτω
αναρρίχηση
αναρριχητικό φυτό
αναρροφημένο
αναρρόφηση
αναρρωνύων
αναρρώνω
ανάρρωση
αναρρωτική άδεια
ανάρτηση
αναρχία
αναρχικός
ανασκαφέας
ανασκαφή
ανασκευάζω
ανασκόπηση
ανασταίνω
ανάσταση
αναστατωμένος
αναστατώνομαι
αναστατώνω
αναστάτωση
αναστέλλω
αναστεναγμό
αναστεναγμός ανακούφισης
ανάστημα
αναστολέας
αναστολή
αναστρεπτός
Αναστροφή
ανασυγκροτώ
Ανασύσταση
ανασφάλεια
ανασφαλής
αναταραχή
ανατεθεί
ανατινάζω
Ανατολή
Ανατολή ηλίου
ανατολικά
Ανατολικό Τιμόρ
ανατολικός
ανατομή
ανατομία
ανατομικός
ανάτομος
ανατρεπτικός
ανατρέπω
ανατρέχω
ανατριχιάζω
ανατριχιαστικό
ανατριχιαστικός
ανατριχίλα
ανατροπή
ανατροφή
ανατροφή των παιδιών
ανατροφοδότηση
αναφαινόμενος
αναφέρομαι
Αναφερόμενο επιχείρημα
αναφέρω
ανάφλεξη
αναφορά
Αναφοράς
αναφωνώ
αναχαίτηση
αναχαιτίζω
αναχρονισμός
αναχρονιστικός
ανάχωμα
αναχώρηση
Αναψε
άναψε φωτιά
ανάψει φωτιά
ανάψτε ένα σπίρτο
ανάψτε το φως
αναψυκτικό
αναψυχή
ανγκόρα
Ανδαλουσία
Άνδεις
Ανδόρα
Ανδόρα λα Βέγια
άνδρας
ανδρεία
ανδρείκελο
ανδρείος
ανδρικά ρούχα
ανδρική ηλικία
ανδρισμός
Ανδρογόνο
ανδροκρατούμενος
Ανδρολόγος
ανδροπρεπής
ανεβάζω
ανεβαίνω
ανεβασμένη φωνή
ανεβείτε στις φλόγες
ανέγερση
ανειδίκευτος
previous
3
4
5
6
7
8
9
10
11
next