Afrikaans
Arabic
Basque
Bengali
Bulgarian
Catalan
Chinese Traditional
Czech
Danish
Dutch
English
Filipino
Finnish
French
Galician
German
Greek
Gujarati
Hebrew
Hindi
Hungarian
Icelandic
Indonesian
Italian
Japanese
Kannada
Korean
Latvian
Lithuanian
Malay
Malayalam
Marathi
Norwegian
Polish
Portuguese
Punjabi
Romanian
Russian
Serbian
Slovak
Spanish
Swedish
Tamil
Telugu
Thai
Turkish
Ukrainian
Vietnamese
Home
About
Contact Us
Home
>
How to Pronounce Greek Words
>
Page 26
Browse Greek Words in our Pronunciation Dictionary. Page 26
διαλεκτική
διαλεκτικός
διάλεκτος
διάλεξη
διαλλακτικός
διαλογής
Διαλογισμός
διάλογος
Διαλόγου
Διαλύοντας
διάλυση
διαλυτικό μέσο
διαλυτός
διαλύω
διαμάντι
διαμαρτυρητής
διαμαρτυρία
διαμάχη
διαμελίζω
διαμέρισμα
διαμέρισμα στούντιο
διαμερισματικά
διαμερισματοποιώ
διάμεσος
διαμετακόμιση
διαμέτρημα
διαμετρικά
διάμετρος
διαμονή
διαμόρφωση
διαμορφώσιμο
Διαμορφώστε
διαμορφωτικός
διαμφισβητούμενος
διανέμονται
διανέμω
διανέμω αναλογώς
διανοητικά
διανοητικός
διάνοια
διανομέας
διανομή
διανομή κατ 'οίκον
διανοούμενος
διανυκτέρευση
διάνυσμα
διαπαιδαγώγηση
διαπεραστικός
διαπεριφερειακά
διαπερνώ
διαπερώ
διαπιστευμένος
διαπιστευτήρια
διαπιστώνω
διάπλαση
διαπλέκονται
διαπλέκω
διαπλέω
διαπνέω
διαποικίληση
διαπολιτισμικός διάλογος
διαπραγματεύομαι
διαπραγμάτευση
διαπραγματεύσιμος
διαπραγματευτής
διαπράξει ένα αδίκημα
διαπράξει ένα έγκλημα
διαπράττω
διαπράττω ένα αδίκημα
διαπρεπής
διαπροσωπικές
διαπροσωπικές σχέσεις
Διαρθρωτική αλλαγή
Διαρθρωτική προσαρμογή
διάρκεια
Διάρκεια Ζωής
διάρκειας ενός έτους
διαρκής
διαρκώς
διαρρέω
διαρρέων
διαρρήκτης
διάρρηξη
διαρροή
διάρροια
διάσειση
διάσημος
διασημότητα
διασκεδάζει την ελπίδα
διασκεδάζω
Διασκέδασε
διασκέδαση
διασκεδαστικο
διασκεδαστικός
διασκελίζω
διάσκεψη
διασκορπίζω
διασκορπισμός
Διάσπαρτα
διασπείρω
διασπορά
διάσταση
Διασταυρούμενη ερώτηση
διασταυρούμενη μόλυνση
διασταυρούμενη προπόνηση
διασταυρώνοντας
διασταυρώνω
διασταύρωση
διαστέλλω
διάστερος
διάστημα
διαστημική στολή
διαστημική τεχνολογία
διαστημικό λεωφορείο
διαστημικός σταθμός
διαστημόπλοιο
ΔΙΑΣΤΗΜΟΠΛΟΙΟ
διαστρεβλώ
διαστρεβλώνω
διαστρέβλωση
διαστρέφω
διαστροφή
διασυνδεδεμένες
διασφάλιση ποιότητας
διασχίζω
διάσωση
διαταγή
διάταγμα
διάταξη
διαταραγμένος
διατάραξη
διαταράσσει
διαταράσσω
διαταραχή
Διάταση
διατάσσω
διατεθειμένος
διατέμνω
διατεταγμένα
διατήρηση
διατήρηση της μάζας
διατηρούν
διατηρώ
διατηρώ συνέπεια
διατιμώ
Διατομή
Διατρέχουν τον κίνδυνο
διάτρηση
διατριβή
διατροφή
διατροφή ή μίσθωσις ίππων
διατροφικές συνήθειες
διατροφική διαταραχή
διατρυπώ
διατυπώ
διατυπώνω
διατυπώσει
διατύπωση
διαυγής
διαφαινόμενος
διαφάνεια
διαφανής
διάφανος
διαφέρουν
Διαφέρουν ευρέως
Διαφέρουν σημαντικά
διαφέρω
διαφέρων
διαφεύγω
διαφημίζω
διαφήμιση
διαφημιστής
διαφημιστική πινακίδα
διαφθείρω
διαφθορά
διαφορά
διάφορα
διάφορες γεύσεις
διαφορετικά
διαφορετικές απόψεις
διαφορετικός
διαφορετικότητα κουλτούρας
ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΟΤΗΤΑ-διάκριση
διαφορικός
Διαφοροποιήσιμο
διαφοροποιητικοί παράγοντες
διαφοροποιούν
διαφοροποιούνται
διάφορος
διάφορων ειδών
διάφραγμα
διαφυγή
διαφυλετικός
διαφωνία
διαφωνώ
Διαφωνώ έντονα
διαφωνών
διαφωτίζω
διαφώτιση
διαχειμάζω
previous
22
23
24
25
26
27
28
29
30
next