Afrikaans
Arabic
Basque
Bengali
Bulgarian
Catalan
Chinese Traditional
Czech
Danish
Dutch
English
Filipino
Finnish
French
Galician
German
Greek
Gujarati
Hebrew
Hindi
Hungarian
Icelandic
Indonesian
Italian
Japanese
Kannada
Korean
Latvian
Lithuanian
Malay
Malayalam
Marathi
Norwegian
Polish
Portuguese
Punjabi
Romanian
Russian
Serbian
Slovak
Spanish
Swedish
Tamil
Telugu
Thai
Turkish
Ukrainian
Vietnamese
Home
About
Contact Us
Home
>
How to Pronounce Greek Words
>
Page 23
Browse Greek Words in our Pronunciation Dictionary. Page 23
γραμμή
γραμμή βάσης
γραμμή ορίζοντα
γραμμή της ζωής
γραμμή του τερματισμού
γραμμικός
γραμμοφώνο
γραμμωμένο πρόσωπο
γρανάζι συμπλέκτη
γρανίτης
Γραπτή δήλωση
γραπτό μήνυμα
γραπτός
γραπτώς
γρασίδι
γράσο
γρατσουνιά
γρατσούνισμα
γραφέας
γραφείο
γραφείο εξυπηρέτησης πελατών
γραφείο κηδειών
γραφείο στο σπίτι
γραφείο του γιατρού
γραφειοκράτης
γραφειοκρατία
γραφειοκρατικός
Γραφή
Γραφικά
ΓΡΑΦΙΚΗ ΑΝΑΠΑΡΑΣΤΑΣΗ
γραφική παράσταση
γραφική ύλη
γραφικό σχέδιο
γραφικός
γραφικός χαρακτήρας
γραφίτης
γραφομηχανή
γράφω
γράφω άσκοπα
γράφω πέριξ
γράψε ένα βιβλίο
γράψε ένα γράμμα
γράψτε μια επιταγή
Γρενάδα
γρήγορα
γρήγορος
γριούλα
γρίπη
γροθιά
γρυλίζοντας
γρύλισμα
γρυλλισμός
γρύλος
Γυαλιά
γυαλιά ηλίου
γυαλίζω
γυάλινη οροφή
γυάλινη σφαίρα
γυαλόχαρτο
γυμνά πόδια
γυμνάσια
γυμνασιάρχης
γυμναστείτε
γυμναστήριο
γυμναστής
γυμναστική
γυμναστικός
γύμνια
γυμνό
Γυμνό σώμα
γυμνόπυρηνα
γυμνός
γυμνοσάλιαγκας
γυμνότητα
γυναίκα
γυναίκα διανοούμενη
γυναίκα εισπράκτορας
γυναίκα καριέρας
γυναικεία κάλτσα
γυναικεία μονή
γυναικεία ρούχα
γυναικεία φύσης
γυναικείο καπελλάκι
γυναικείο μποτίνι
γυναικείος
γυναικοθήρα
γυναικολογία
γυναικολογική
γυναικολόγος
γύρη
γυρίζω
γυρινός
γυρίσματα
γύρνα
Γύρνα πίσω
γυροβολίδα
γυρολόγος
γύρος
γυροσκόπιο
Γύφτος
γύψος
γωνία
γωνιά
γωνιαίος
γωνιακό σπίτι
γωνιώδης
δαγκάνα
δάγκωμα
δάδα
δαδί
δαίμονας
δαιμονικός
δάκρυ
δακρυσμένα
δακρυσμένη
δακτυλικό αποτύπωμα
δακτυλίς
δακτυλογράφος
Δαλματίας
δαμάσκηνο
Δαμάσκο
δαμασκός
Δανέζικη ζύμη
δανείζομαι
δανείζω
δάνειο
δανεισμός
δανειστείτε χρήματα
δανειστής
Δανία
δανικός
Δανός
δαντέλα
δαντέλα επάνω
δαντελένιος
δαπάνες
δαπάνη
δαπανηρός
δαπανήσει
δάσκαλος
δάσκαλος οδήγησης
δασμολόγιο
δασοκομία
δάσος
δασοφύλακας
δασύτριχος
δασώδης
δάφνη
δαχτυλίδι
δάχτυλο
δάχτυλο του ποδιού
δεδομένα
δεδομένα έρευνας
δεδομένα που λείπουν
δεδομένη περίοδο
δεδομένο
δεδομένο όνομα
δεδομένος
δείγμα
δειγματοληψία
δείκτης
ΔΕΙΚΤΗΣ
δειλά
δειλία
δειλιάζω
δειλός
δειλώς
δεινά
δεινόσαυρος
Δείξε το δρόμο
δείπνο
δειπνώ
δεισιδαιμονία
Δείχνεις νέος
δείχνω
δέκα
Δεκα χρονων
δεκαδικό σημείο
δεκαδικοποιώ
δεκαδικός
δεκαεννέα
Δεκαεξαδικό
δεκαέξι
δεκαεπτά
δεκαετία
δέκαθλο
δεκανέας
δεκανίκι
δεκαοχτώ
δεκαπενθήμερο
δεκαπέντε
δεκάρα
δεκάσιμος
δεκατέσσερα
δέκατος
δέκατος έβδομος
δέκατος έβδομος αιώνας
δέκατος έκτος
δέκατος ένατος
δέκατος ένατος αιώνας
previous
19
20
21
22
23
24
25
26
27
next