Afrikaans
Arabic
Basque
Bengali
Bulgarian
Catalan
Chinese Traditional
Czech
Danish
Dutch
English
Filipino
Finnish
French
Galician
German
Greek
Gujarati
Hebrew
Hindi
Hungarian
Icelandic
Indonesian
Italian
Japanese
Kannada
Korean
Latvian
Lithuanian
Malay
Malayalam
Marathi
Norwegian
Polish
Portuguese
Punjabi
Romanian
Russian
Serbian
Slovak
Spanish
Swedish
Tamil
Telugu
Thai
Turkish
Ukrainian
Vietnamese
Home
About
Contact Us
Home
>
How to Pronounce Greek Words
>
Page 19
Browse Greek Words in our Pronunciation Dictionary. Page 19
βέλτιστος
βελτιωμένη
βελτιωμένη απόδοση
βελτιώνω
βελτιώσει
βελτιώσει την ποιότητα
βελτίωση
Βελτίωση της ποιότητας
βελτιώσουν τις συνθήκες
βελτιώσουν τις συνθήκες διαβίωσης
Βενεδικτίνος
Βενεζουέλα
Βενεζουέλας
Βενετία
ΒΕΝΖΙΝΑΔΙΚΟ
βενζίνη
βέρα
βεράντα
βερμούτ
Βέρνη
βερνίκι
βερνίκι νυχιών
Βερολίνο
βερύκοκκο
βετεράνος
βέτο
βήμα
βήμα βήμα
βηματοδότης
βηρύλλος
Βηρύτος
βήτα
βήχας
βία
βίαια
Βίαιο έγκλημα
βίαιο χτύπημα
βίαιος
βιαίως
βιασμός
Βιάσου
βιαστής
βιαστικά
βιαστικός
βιασύνη
βιβλιάριο
Βιβλικός
Βιβλίο
Βιβλίο μαγειρικής
βιβλίο παραπομπής
βιβλίο τσέπης
βιβλιογραφία
βιβλιοδέτης
βιβλιοθηκάριος
βιβλιοθήκη
βιβλιοπωλείο
βιβλιοπώλης
Βίβλος
βίδα
βίδρα
Βιέννη
Βιετνάμ
Βιετναμέζικο
βιζόν
βικτωριανή
βίλα
Βίλνιους
βίντεο
βίντεο κάμερα
βίντεο κλιπ
βιντεοκασέτα
βιντεοπαιχνίδι
βιντεοπαρακολούθηση
βινύλι
βιογραφία
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ
βιογραφικός
βιογράφος
βιοδιασπώμενο
βιολέτα
βιολί
βιολιστής
βιολιτζής
βιολογία
Βιολογική επιστήμη
βιολογικό πόλεμο
βιολογικό φύλο
βιολογικός
βιολογικός πατέρας
βιολόγος
βιομηχανία
βιομηχανία άνθρακα
Βιομηχανική ανάπτυξη
βιομηχανικός
βιομηχανοποιημένη
βιομηχανοποίηση
βιομήχανος
βιοπαλαιστής
βιοποικιλότητας
βιοπορισμός
βιορρύπανσης
βιοτέχνης
βιοτεχνικό
βιοτικό επίπεδο
βιότοπο
Βιοχημικός
Βιρμανία
Βιρμανός
βιρτουόζος
βιταμίνη
βιτρίνα
βίωμα
βιωματικό
βιώνουν δυσκολίες
βιώσιμος
βιωσιμότητα
βλαβερές επιπτώσεις
βλαβερές συνέπειες
βλαβερός
βλάβη
βλάκας
βλακεία
βλακώδης
βλακωδώς
βλάπτω
βλαστάνω
βλασταράκι
βλαστάρι
βλαστήμια
βλάστηση
βλαστός
βλασφημία
βλάσφημος
βλασφημώ
βλάχος
βλάψει το περιβάλλον
βλέμμα
βλεννογόνος
βλέπω
βλέπω εικόνες διά τηλεόραση
βλεφαρίδα
βλεφαρίδες
βλέφαρο
βλήμα
βλοσυρό ύφος
βλοσυρός
βλοσυρώ
βοάς
βόας
βογγητό
βόδι
βοδινό κρέας
Βοήθα τον εαυτό σου
βοήθεια
βοήθημα ανεργίας
Βοήθησέ με
βοηθητική
βοηθητικός
βοηθητικός παίκτης, αναπληρωματικός
βοηθός
βοηθός ιερέα
βοηθός σκηνοθέτη
βοηθός στρατοπέδου
βοηθώ
Βοηθώντας
βόθρος
βολβοειδής
βολβοί φαγώσιμοι
βολβός
βολβός του ματιού
βόλεϊ
βολή
βολή στο κεφάλι
Βολιβία
Βολιβιανός
βολίδα
βολικά
βολικός
βόλτ
βόλτα
βόμβα
βομβαρδίζω
βομβαρδισμός
βομβαρδιστικό
βομβητής
βόμβος
βόνασος
βοοειδή
Βοοειδή-πλέγμα
βοός
βορβορώδης
Βόρεια
Βόρεια Αμερική
Βόρεια Ιρλανδία
Βόρεια Κορέα
Βόρειο ημισφαίριο
βόρειο σέλας
Βορειοανατολικός
βορειοδυτικά
βορειοδυτικός
previous
15
16
17
18
19
20
21
22
23
next