Afrikaans
Arabic
Basque
Bengali
Bulgarian
Catalan
Chinese Traditional
Czech
Danish
Dutch
English
Filipino
Finnish
French
Galician
German
Greek
Gujarati
Hebrew
Hindi
Hungarian
Icelandic
Indonesian
Italian
Japanese
Kannada
Korean
Latvian
Lithuanian
Malay
Malayalam
Marathi
Norwegian
Polish
Portuguese
Punjabi
Romanian
Russian
Serbian
Slovak
Spanish
Swedish
Tamil
Telugu
Thai
Turkish
Ukrainian
Vietnamese
Home
About
Contact Us
Home
>
How to Pronounce Greek Words
>
Page 36
Browse Greek Words in our Pronunciation Dictionary. Page 36
εξαιρετικά σημαντική
Εξαιρετικά χρήσιμο
Εξαιρετικές περιστάσεις
εξαιρετική
Εξαιρετική ευκαιρία
εξαιρετική ποιότητα
εξαιρετικό παράδειγμα
εξαιρετικός
Εξαιρούνται
εξακόσιες
εξαλείφω
εξάλειψη
έξαλλος
Εξάλλου
εξαμερικανίζω
εξάμηνο
εξαναγκασμός
εξαναγκαστός
εξάνθημα
εξανθρωπίζω
εξαντλημένο
εξαντλημένος
εξάντληση
εξαντλήσουν
εξαντλητικός
εξαντλώ
εξαπάτηση
εξαπατώ
εξάπλωση
εξαργυρώνω
εξαργύρωση
εξάρθρωση
έξαρση
Εξαρτάται
εξαρτάται από
Εξαρτάται απο τον καιρό
εξαρτήματα
εξαρτημένη μεταβλητή
ΕΞΑΡΤΗΣΗ
εξάρτηση
εξαρτώμαι
εξαρτώμενος
εξασθενημένος
εξασθένιση
εξασθενώ
εξάσκηση χορωδίας
εξασφαλίζω
εξατμίζομαι
εξάτμιση
εξατομικευμένη
εξαφανίζομαι
εξαφανιζόμενος
εξαφανίζονται
εξαφάνιση
εξαφανισμένος
εξεγερμένος
εξέγερση
εξέδρα
εξέδρα άντλησης πετρελαίου
εξεζητημένος
εξειδίκευση
Εξελικτική θεωρία
εξελικτικό
εξέλιξη
εξέλιξη καριέρας
εξελίχθηκε
εξεμώ
εξερεύνηση
εξερευνητής
εξερευνητικός
εξερευνώ
εξερχόμενη κλήση
εξερχόμενος
εξετάζω
εξετάζω και διορθώνω επιμελώς
εξετάζω πάλι
εξετάσει ένα ενδεχόμενο
εξετάσει ένα θέμα
εξέταση
εξετάστε τις επιπτώσεις
εξεταστής
εξευγενισμένος
εξευτελίζω
εξευτελιστικό
εξέχω
εξήγηση
εξηγήσου
εξηγητός
εξηγώ
εξηλεκτρίζω
εξηλεκτρισμός
εξημερωμένο
εξημερώνω
εξημέρωση
εξημμένος
εξήντα
έξι
έξι ηώρα
έξι μήνες
έξι πόδια ψηλός
εξιδανικεύω
εξιλέωση
εξίσου
εξίσου σημαντικό
εξισώνω
εξίσωση
εξισωτικός
έξοδα
έξοδο
έξοδος
έξοδος κινδύνου
έξοδος πλήθους
εξοικείωση
εξοικονόμηση
εξοικονόμηση χρόνου
εξοικονόμησης ενέργειας
εξολοθρεύω
εξομοιωτή
εξομολογητήριο
εξόντωση
εξοπλίζω
Εξοπλισμένο
εξοπλισμοί
εξοπλισμός
εξοπλισμός ψαρέματος
εξοργίζοντας
εξοργίζω
εξόργιση
εξοργισμένος
εξορία
εξορίζω
εξορκίζω
εξορκισμός
εξορκιστής
εξόρμηση
εξόρυξη
εξουδετερώνω
εξουθένωσης
εξουθενωτικό
εξουσία
εξουσιάζω
εξουσιοδοτημένο
εξουσιοδοτημένος
εξουσιοδότηση
εξουσιοδοτώ
εξοχή
εξοχικό σπίτι
ΕΞΟΧΙΚΟ ΣΠΙΤΙ
έξοχος
εξοχότητα
εξπρές
εξπρεσιονισμός
εξπρεσιονιστής
εξτρεμισμός
εξτρεμιστής
εξυπηρέτηση πελατών
εξυπηρετικός
εξυπνάδα
έξυπνος
εξυπνότατος
εξυψωμένος
έξω
εξω απο
έξω κόσμος
Έξω φυσάει
εξωγήινο
εξωγήινος
εξωγκωμένος
εξωραϊσμός
έξωση
εξωστρεφής
εξωσχολικές δραστηριότητες
εξωσχολική
Εξωτερική πολιτική
εξωτερικό κέλυφος
εξωτερικό περιβάλλον
εξωτερικοί παράγοντες
εξωτερικός
εξωτερικός ασθενής νοσοκομείου
εξωτερικός σκληρός δίσκος
ΕΞΩΤΕΡΙΚΟΥ ΧΩΡΟΥ
εξωτικός
Εξωφρενικά
Εξωφρενικό
εξωφρενικός
εξώφυλλο
εορτάζουσα
εορτάζω την μνήμη
εορτάσιμος
εορτασμός
εορταστικός
εορτή
επ' αόριστον
επάγγελμα
επαγγελματίας
επαγγελματική ανάπτυξη
Επαγγελματική δραστηριότητα
επαγγελματική εκπαίδευση
επαγγελματική επιστολή
επαγγελματική κάρτα
previous
32
33
34
35
36
37
38
39
40
next