Afrikaans
Arabic
Basque
Bengali
Bulgarian
Catalan
Chinese Traditional
Czech
Danish
Dutch
English
Filipino
Finnish
French
Galician
German
Greek
Gujarati
Hebrew
Hindi
Hungarian
Icelandic
Indonesian
Italian
Japanese
Kannada
Korean
Latvian
Lithuanian
Malay
Malayalam
Marathi
Norwegian
Polish
Portuguese
Punjabi
Romanian
Russian
Serbian
Slovak
Spanish
Swedish
Tamil
Telugu
Thai
Turkish
Ukrainian
Vietnamese
Home
About
Contact Us
Home
>
How to Pronounce Greek Words
>
Page 54
Browse Greek Words in our Pronunciation Dictionary. Page 54
κοιμάμαι
κοιμάμαι ελαφρά
κοιμάμαι πάρα πολύ
κοιμηθηκα
Κοιμηθηκες καλα χθες το βραδυ?
Κοιμήθηκες καλά?
κοιμισμένος
κοινά σημεία
κοινά χρησιμοποιημένο
κοινή γλώσσα
κοινή γνώμη
κοινή γνώση
κοινή ευπρέπεια
ΚΟΙΝΗ ΛΟΓΙΚΗ
κοινή μέθοδος
κοινή παραδοχή
Κοινή προσέγγιση
Κοινή χρήση
Κοινό θέμα
κοινό λάθος
κοινό μοτίβο
κοινό παρονομαστή
Κοινό πρόβλημα
κοινο συμφερον
Κοινό χαρακτηριστικό
κοινοβουλευτικός
κοινοβούλιο
κοινοί άνθρωποι
κοινοποιήστε πληροφορίες
κοινοποιώ
κοινοπολιτεία
κοινοπραξία
κοινός
κοινός λογαριασμός
κοινός παράγοντας
κοινός πρόγονος
κοινός στόχος
κοινός τύπος
κοινότητα
κοινοτική εργασία
κοινοτικός εργαζόμενος
κοινότυπος
κοινόχρηστο
κοινόχρηστος
κοινωνία
κοινωνία των πολιτών
Κοινωνικά
κοινωνικές συμβάσεις
κοινωνική ανισότητα
κοινωνική ασφάλιση
κοινωνική ενσωμάτωση
Κοινωνική εργασία
κοινωνική ευθύνη
κοινωνική ζωή
κοινωνική θέση
κοινωνική πολιτική
κοινωνική πρόνοια
κοινωνική τάξη
κοινωνικό
κοινωνικό δίκτυο
κοινωνικό περιβάλλον
κοινωνικοοικονομικό
κοινωνικός
κοινωνικός λειτουργός
κοινωνιολογία
κοινωνιολογικός
κοινωνιολόγος
κοινωνιοπαθητικός
κοινώς αναφέρεται ως
κοινώς αποδεκτό
κοινώς αποκαλούμενος
κοινώς γνωστό ως
Κοίτα
Κοίτα τη δουλειά σου
κοιτάζω
Κοίταξέ με
Κοιτάξτε εδώ
κοιτάξτε στα μάτια
κοιτώνας
κοκ
κοκ-απ
κοκαΐνη
κόκαλο
κοκέτα
κοκκαλιάρης
κόκκινα μαλλιά
κόκκινα φασόλια
κοκκινίζω
κοκκινισμένος
κοκκινιστά καρότα
κοκκινιστό κοτόπουλο
κοκκινιστο ΜΟΣΧΑΡΙ
κόκκινο καυτό
κόκκινο κρασί
κόκκινο πιπέρι
κοκκινομάλλης
κοκκινοπίπερο
κόκκινος
κοκκινωπός
κόκκοι καφέ
κόκκος
κοκκύτης
κοκκώδης
κοκοκάρυδο
κοκοράκι
κόκορας
κοκορομαχία
κοκτέιλ
κοκτέιλ πάρτι
Κολάζ
κόλακας
κολακεία
κολακευτικός
κολακεύω
κόλαση
κολεγιακή μόρφωση
κολεκτιβοποίηση
κολίανδρο
κολιέ
κολικός
κολίμπρι
κόλλα
κολλάρο σκύλου
Κολλέγιο
κολλημένος
κολλήσετε τη γρίπη
κολλώδης
κολοβός
κολοκύθι
Κολομβία
Κολομβιανή
κολόνα
Κολόνια
Κολοράντο
κολοσσιαίος
Κολοσσός
Κολούμπια
κολοφών
κολπίσκος
κόλπο
κόλπος
κόλπος της καρδιάς
κολυμβητής
κολύμπι
κολώνα
κόμβος
κόμης
κομητεία
κομήτης
κόμικς
κόμισσα
κόμμα
κομματάκι
κομματάκια σοκολάτας
κομμάτι
κομμάτι χαρτί
κομματική διοίκηση
κομμένη ανάσα
κομμένο
κομμένο μαλλί
κομμένο φέτες
κόμμι
κομμουνισμός
κομμουνιστής συγγραφέας
κομμουνιστικός
κόμμωση
κομμωτήριο
κομμωτής
κομοδίνο
Κομόρες
κομπάζω
κομπιουτεράκιας
κομπλεξικός
κομπογιαννίτης
κομπορρημοσύνη
κόμπος
κομπόστα
κόμπρα
κομφετί
Κομψά
κομψός
κομψότητα
Κονγκό, Δημοκρατία της
Κονγκολέζος
κόνδωρ
κονιάκ
κόνιδα ψείρας
κονκάρδα
κονσερβοποιείο
κονσερβοποιημένα τρόφιμα
κονσερβοποιημένο
κονσερβοποιημένος
Κονσερβοποίηση
κονσόλα
κοντά
κοντά και σγουρά μαλλιά
κοντά μαλλιά
κοντά μεταξύ τους
κοντάρι
Κοντεύω να ξεμείνω από πίστωση
previous
50
51
52
53
54
55
56
57
58
next