Afrikaans
Arabic
Basque
Bengali
Bulgarian
Catalan
Chinese Traditional
Czech
Danish
Dutch
English
Filipino
Finnish
French
Galician
German
Greek
Gujarati
Hebrew
Hindi
Hungarian
Icelandic
Indonesian
Italian
Japanese
Kannada
Korean
Latvian
Lithuanian
Malay
Malayalam
Marathi
Norwegian
Polish
Portuguese
Punjabi
Romanian
Russian
Serbian
Slovak
Spanish
Swedish
Tamil
Telugu
Thai
Turkish
Ukrainian
Vietnamese
Home
About
Contact Us
Home
>
How to Pronounce Greek Words
>
Page 50
Browse Greek Words in our Pronunciation Dictionary. Page 50
καπνοδόχος
καπνός
καπνώδης
κάποια μέρα
κάποια στιγμή
κάποιος
κάποιος άλλος
κάπου
καπούλια
καπουτσίνο
κάππαρη
καπρίτσιο
κάπρος
κάπως
καραβίδα
καρακάξα
Καράκας
καραμέλα
καραμέλα βουτύρου
καραμέλλα
καραμπίνα
καραντίνα
καρατέ
καράτι
καράτιο
καρατομώ
καράφα
καρβίδιο
κάρβουνο
κάργια
κάρδαμο
καρδάμωμα
καρδάρα
καρδιά
καρδιά με καρδιά
καρδιά που χτυπά
καρδιαγγειακά
Καρδιαγγειακό χειρουργό
καρδιακή ασθένεια
καρδιακή πάθηση
καρδινάλιος
καρδιολογία
Καρδιολόγος
καρέκλα
κάρι
καριέρα
καριερίστας
καρικατούρα
καριμπού
καρκίνο του παχέος εντέρου
καρκινογόνο
καρκινογόνος
Καρκίνος
καρκίνος του πνεύμονα
Κάρμα
καρμανιόλα
καρμπυρατέρ
καρναβάλι
καρνέ επιταγών
κάρο
καρό ύφασμα
Καροτίνη
καρότο
καροτσάκι
καροτσάκι σκυλιών
καρότσι
καροτσιέρης
καρουζέλ
καρούλι
καρπαζιά
καρποειδής
καρπός
ΚΑΡΠΟΣ του ΧΕΡΙΟΥ
καρπούζι
καρποφόρος
καρτ
καρτ ποστάλ
κάρτα
κάρτα γενεθλίων
κάρτα-κλειδί
καρτέλ
καρύδα
Καρύδι
καρυδιά
καρύκευμα
καρφί
καρφίτσα
καρχαρίας
κασέρι
κασέτα
Κάσιους
κασκαντέρ
κασκόλ
κασμίρι
κασσίτερος
καστανά μάτια
καστανά χασίς
καστανή ζάχαρη
καστανιά
καστανιέτα
καστανιέτες
κάστανο
καστανό ρύζι
καστανόξανθα μαλλιά
καστανόξανθος
Καστιλιάνικη
κάστορας
κάστρο
κατ 'οίκον φροντίδα
κατ' εξοχήν
κατ' οίκον εκπαίδευση
κατά
κατα ΒΑΘΟΣ
κατά βούληση
κατά γράμμα
κατα δευτερον
κατά διαστήματα
κατά κανόνα
κατά κεφαλήν
κατά λάθος
κατά λέξει
κατά μέρος
κατά μέσο όρο
κατά μέτωπο
κατά μήκος
κατά μία έννοια
κατα παραγγελια
κατά πάσα πιθανότητα
κατά προσέγγιση
κατά προτίμηση
κατα συρροη
Κατά τη γνώμη μου
κατά τη μεταφορά
κατά την ταπεινή γνώμη μου
κατά το ήμισυ
κατά τύχη
καταβάλλω
καταβάλλω προσπάθεια
κατάβαση
καταβατήρας
καταβεβλημένος
καταβόθρα
καταβροχθίζω
καταγγελία
καταγγελία σύμβασης
καταγγέλλω
καταγγέλω
κάταγμα
καταγομαι απο
καταγραφή εμπορευμάτων
καταγράφω κάθε τί χωριστά
καταγωγή
καταδεκτικός
καταδέχομαι
καταδικάζω
καταδικασμένος
καταδικαστέος
Καταδικάστηκε
καταδίκη
καταδίκη με αναστολή
κατάδικος
καταδιωκόμενοι
καταδιώκω
καταδίωξη
καταδρομέας
καταδρομικό
καταδύσεις
κατάδυση
κατάθεση
καταθέτω
καταθλιπτικό
καταθλιπτικός
κατάθλιψη
καταιγίδα
καταιγισμός ιδεών
κατακάθημαι
κατακλύζω
κατακλυσμικός
κατακλυσμός
κατάκοιτος
κατακόκκινα
κατακόκκινος
κατακόμβη
κατάκοπος
κατακόρυφος
κατακραυγή
κατακρήμνιση
κατακρίνω
κατακριτέα λέξη
κατάκτηση
κατακτητής
κατακτώ
κατακυρωθείσα σύμβαση
Καταλαβαίνεις?
καταλαβαίνουν
καταλαβαίνω
καταλαβαίνω πλήρως
Καταλαβαίνω την ουσία
Καταλάβω
καταλαγιάζω
previous
46
47
48
49
50
51
52
53
54
next